- Ιωάννινα ή Γιάννενα
- Πόλη (υψόμ. 480 μ., 61.629 κάτ.) της Ηπείρου, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού και της περιφέρειας Ηπείρου. Χτισμένη στη νοτιοδυτική όχθη της ομώνυμης λίμνης, της αρχαίας Παμβώτιδας, περιβάλλεται από βουνά και λόφους, το Μιτσικέλι και τον Δρίσκο από τα Β, τον Ολύτσικα από ΝΔ και τα υψώματα του Μπιζανίου από Ν. Το Κάστρο, που δεσπόζει στην πόλη, είναι χτισμένο πάνω σε μια μικρή, απόκρημνη χερσόνησο που εισχωρεί στη λίμνη. Μέσα στα τείχη του, έως τις αρχές του 17ου αι., δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε η πόλη των I.
Τα I. είναι η μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου καθώς και το σημαντικότερο διοικητικό, εμπορικό, οικονομικό και πνευματικό κέντρο της.
Ιστορία. Ο χρόνος ίδρυσης της πόλης καθώς και η ετυμολογία της ονομασίας της είναι ζητήματα που δεν έχουν ακόμα απαντηθεί. Θεωρείται αμφίβολη η ταύτιση των I. με την Εύροια, το παραλίμνιο ηπειρωτικό φρούριο που περιγράφει ο βυζαντινός ιστορικός Προκόπιος ως κτίσμα του Ιουστινιανού. Αβέβαιο επίσης είναι αν η πόλη οφείλει την ονομασία της σε κάποιον Ιωάννη, υποτιθέμενο πρώτο οικιστή, ή σε κάποια μονή του αγίου Ιωάννη. Πρώτη μνεία της πόλης γίνεται στα πρακτικά μιας συνόδου που συνήλθε το 879 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, τα οποία υπογράφει ο «Ζαχαρίας, επίσκοπος Ιωαννίνης». Ο διαφορετικός όμως τύπος της ονομασίας της πόλης δημιουργεί πάλι αμφιβολίες για την ταύτισή της με τα Ι. Είναι πάντως βέβαιο ότι το 1020 η πόλη ήταν έδρα επισκόπου, ενώ το 1082 μνημονεύεται ρητά ως ένα από τα κάστρα που κατέλαβαν οι Νορμανδοί επιδρομείς· έως τις αρχές του 13ου αι. τίποτε άλλο δεν είναι γνωστό για την τύχη της πόλης. Μετά την κατάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Σταυροφόρους (1204) ξεκίνησε μια περίοδος ακμής για τα I. Ο ιδρυτής του Δεσποτάτου της Ηπείρου Μιχαήλ Κομνηνός έχτισε μεγάλα οχυρωματικά έργα, επαύξησε τον πληθυσμό και παρείχε άσυλο σε διάφορα μέλη της σκορπισμένης βυζαντινής αριστοκρατίας (Φιλανθρωπινούς, Στρατηγόπουλους, Γαβριηλόπουλους, Αψαράδες κ.ά.). Πρωτεύουσα του Δεσποτάτου παρέμενε βέβαια η Άρτα, η νέα όμως αριστοκρατία των «καστρηνών Ιωαννινιωτών» εξελίχθηκε σύντομα στον κύριο ρυθμιστή της κατάστασης στην Ήπειρο. Εκτός των I., έλεγχε και νεμόταν κατά το τιμαριωτικό σύστημα μεγάλα τμήματα της Ηπείρου και της Θεσσαλίας και ήταν σε θέση να επιβάλει τους όρους της καθώς και να αποσπά αξιόλογα οικονομικά, διοικητικά και εκκλησιαστικά προνόμια σε αντάλλαγμα της υποταγής της στους κατά καιρούς κυρίαρχους της περιοχής (για παράδειγμα τους δεσπότες της Ηπείρου, τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες, τους Σέρβους, τους Φράγκους και τους Αλβανούς ηγεμόνες, οι οποίοι ουσιαστικά ασκούσαν μόνο υψηλή επικυριαρχία). Ακόμα και κατά την περίοδο της διακυβέρνησης των I. από ξένους δεσπότες –τον Σέρβο Θωμά Πρελούμπο (1367-84) και τους Ιταλούς Ιζαού Μπουοντελμόντι (1385-1411) και Κάρολο A’ Τόκο (1411-29)– οι Γιαννιώτες άρχοντες διατήρησαν τον κυριαρχικό ρόλο τους. Στο μεταξύ ένας νέος κίνδυνος, ο τουρκικός, γινόταν ολοένα και πιο απειλητικός. Οι άρχοντες και ο μητροπολίτης των I. προτίμησαν να συμβιβαστούν και παρέδωσαν την πόλη (1430) στον Σινάν πασά με σημαντικά όμως ανταλλάγματα. Διατήρησαν τα τιμάριά τους και το απαραβίαστο της Εκκλησίας, απαίτησαν να μην εγκατασταθούν Τούρκοι στο Κάστρο, να μη γίνεται στην περιοχή τους παιδομάζωμα κ.ά. Το καθεστώς της ημιανεξαρτησίας διατηρήθηκε μέχρι τη χρονιά της επανάστασης του Διονυσίου του Σκυλοσόφου (1611). Αν και οι άρχοντες βοήθησαν τους Τούρκους να καταστείλουν το κίνημα, ο σουλτάνος κατάργησε τα προνόμια που τους είχαν δοθεί. Οι Τούρκοι εγκαταστάθηκαν στο Κάστρο, εκδίωξαν τους Έλληνες και κατεδάφισαν τα χριστιανικά κτίσματα. Τότε άρχισε ο ευρύς συνοικισμός του χώρου έξω από το Κάστρο, στον οποίο κυρίως εκτείνεται η σημερινή πόλη. Η μεταβολή του καθεστώτος έπληξε αποκλειστικά την άρχουσα τάξη.
Από τα μέσα του 17ου αι. η πόλη των I. εισήλθε σε νέα περίοδο ακμής. Μια ισχυρή αστική τάξη εμπόρων και βιοτεχνών, κυρίως γουναράδων και μεταλλουργών, έδωσε νέα ζωή στην πόλη, ενώ από την τάξη αυτή προήλθαν οι Ηπειρώτες μεγαλέμποροι, οι οποίοι συναλλάσσονταν με το εξωτερικό και δημιουργούσαν μεγάλους οίκους στη Βενετία, στο Λιβόρνο, στη Βιέννη και σε άλλες πόλεις της κεντρικής Ευρώπης και της Ρωσίας. Η περίοδος της ακμής συνέπεσε χρονικά με την εποχή της ηγεμονίας του Αλή πασά (1788-1822). Η τάξη που επέβαλε ο τελευταίος διά πυρός και σιδήρου στην περιοχή, τα τεράστια ποσά που ξόδευε για την Αυλή και το χαρέμι του και οι συχνές επισκέψεις ξένων διπλωματών και περιηγητών στην πόλη δημιούργησαν συνθήκες ευνοϊκές για την ανάπτυξη του εμπορίου και της γεωργίας. Ο πληθυσμός των I., μαζί με την πολυμελή τουρκική και εβραϊκή κοινότητα, άγγιξε τις 45.000 κατ. Η παρακμή άρχισε το 1820, όταν η πόλη καταστράφηκε από τα αντιμαχόμενα στρατεύματα του Αλή και του σουλτάνου. Μετά την πυρκαγιά του 1869 η πόλη ανοικοδομήθηκε με βάση σύγχρονο σχέδιο.
Τα I. μπήκαν σε μια καινούργια φάση στη μακραίωνη ιστορία τους μετά την απελευθέρωσή τους από τον ελληνικό στρατό (21 Φεβρουαρίου 1913), οπότε προσαρτήθηκε η Ήπειρος στην Ελλάδα.
Γράμματα. Κατά τους τελευταίους αιώνες της τουρκοκρατίας τα I. απέκτησαν πανελλήνια αίγλη ως πνευματικό κέντρο χάρη στις φημισμένες σχολές τους. Όπως έλεγε επιγραμματικά ο Νεόφυτος Δούκας: «όσοι εχρημάτισαν Έλληνες συγγραφείς κατά τον 18o αι. υπήρξαν ή Ιωαννίται ή μαθηταί των σχολών Ιωαννίνων». Η αίγλη αυτή εκφραζόταν και στο παλαιό λαϊκό δίστιχο: «Γιάννενα, πρώτα στ’ άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα». Από τους χρόνους του Δεσποτάτου της Ηπείρου έως το 1642 λειτουργούσε στο Νησί της λίμνης των I. η σχολή τωνΦιλανθρωπινών. Το 1648 ιδρύθηκε νέα σχολή από τον Γιαννιώτη έμπορο στη Βενετία Επιφάνιο Ηγούμενο. Ο Εμμανουήλ Γκιούμας, έμπορος επίσης, ίδρυσε τη λεγόμενη Μεγάλη Σχολή (1677), στην οποία δίδαξε ο Μεθόδιος Ανθρακίτης και η διδασκαλική δυναστεία των Μπαλάνων (1723-1820), από τους οποίους η σχολή ονομάστηκε και Μπαλαναία. Λίγο αργότερα η σχολή του Επιφάνιου μετονομάσθηκε σε Μαρουτσαία (1742), προς τιμήν των αδελφών Μαρούτση που φρόντισαν για την ανακαίνισή της· εκεί δίδαξε ο Ευγένιος Βούλγαρις. Συνέχεια της Μαρουτσαίας αποτέλεσε η Καπλάνεια σχολή, που ίδρυσε (1805) ο έμπορος στη Ρωσία Ζώης Καπλάνης. Πρώτος διευθυντής της σχολής ήταν ο Αθανάσιος Ψαλίδας, ένας από τους μαχητικότερους αποστόλους του ελληνικού Διαφωτισμού. Τέλος, οι αδελφοί Ζωσιμάδες συγκρότησαν (1828) την περίφημη Ζωσιμαία σχολή. Τη μακραίωνη πνευματική παράδοση της πόλης συνεχίζει σήμερα το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (βλ. λ. Ιωαννίνων, Πανεπιστήμιο).
Μνημεία. Σήμερα στην πόλη, εξαιτίας των αλλεπάλληλων καταστροφών, δεν σώζονται πολλά μνημεία του ένδοξου παρελθόντος της. Στο Κάστρο υπάρχουν λείψανα των βυζαντινών τειχών και του πυλώνα, ενώ διατηρείται σχεδόν ακέραιος ο πύργος του δεσπότη Θωμά Πρελούμπου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα τουρκικά αρχιτεκτονικά μνημεία: ο Μεντρεσές (ιεροσπουδαστήριο), το Φετιχιέ τζαμί και κυρίως το γραφικότατο τζαμί του Ασλάν πασά (σήμερα Δημοτικό Μουσείο), όλα κτίσματα του 11ου αι. Χριστιανικά μνημεία σώζονται στο Νησί της λίμνης: η μονή του Αγίου Νικολάου Σπανού (13ος αι.), που ίδρυσαν οι Φιλανθρωπινοί (εικόνες μελών της οικογένειας σώζονται στον νάρθηκα μαζί με πορτρέτα διαφόρων αρχαίων Ελλήνων σοφών), η μονή του Αγίου Νικολάου Ντίλιου (τέλη 11ου αι.) με θαυμάσιες τοιχογραφίες του 16ου αι., η μονή του Προδρόμου, κτίσμα των αδελφών Αψαράδων (1506) και η μονή του Αγίου Παντελεήμονα (17ος αι.), όπου βρίσκεται το κελί μέσα στο οποίο σκοτώθηκε ο Αλή πασάς (1822).
Στο Πέραμα, κοντά στα Ιωάννινα, βρίσκεται το ονομαστό σπήλαιο, αποτέλεσμα της μακροχρόνιας διαβρωσιγενούς ενέργειας του νερού μέσα στους ρωγμοβριθείς ασβεστολιθικούς σχηματισμούς.
Η μονή Βελλάς, ΒΑ των Ιωαννίνων, κοντά στις όχθες του Kαλαμά.
Το τζαμί του Ασλάν πασά στα Ιωάννινα, που σήμερα είναι Δημοτικό Μουσείο.
Το κελί στο οποίο σκοτώθηκε ο Αλή πασάς το 1822, στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων (φωτ. I. Ντεκόπουλου).
Με την ιστορία των Ιωαννίνων συνδέεται και το όνομα του ποιητή Λορέντζου Μαβίλη, που σκοτώθηκε στην τοποθεσία αυτή του Δρίσκου, στις 8 Νοεμβρίου 1912.
Στον ναό του Αγίου Νικολάου του Σπανού, που ίδρυσαν τον 13ο αι. οι Φιλανθρωπινοί στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων, σώζονται, στον νάρθηκα, εικόνες μελών της οικογένειας και προσωπογραφίες διαφόρων αρχαίων Ελλήνων σοφών.
Άποψη των Ιωαννίνων με το κάστρο. Έως τα τέλη του 17ου αι. η πόλη έμενε περιορισμένη μέσα στα τείχη? ο συνοικισμός έξω από αυτά δημιουργήθηκε όταν εγκαταστάθηκαν οι Τούρκοι.
Το ιστορικό χάνι Εμίν Αγά, στην κοιλάδα του Λούρου. Στο κτίριο είχε εγκατασταθεί το 1913 το ελληνικό γενικό στρατηγείο, κατά την πολύμηνη πολιορκία των Ιωαννίνων.
Άποψη της λίμνης των Ιωαννίνων.
Dictionary of Greek. 2013.